«Έχουμε παράδοση στο να τρωγόμαστε μεταξύ μας. Τι πράγμα κι αυτό φέτος; Ο ένας χτυπάει τον άλλο!» είπε χθες το βράδυ ο αγαπημένος μου Γιώργος Παπαδάκης στην εκπομπή του Γρηγόρη Αρναούτογλου, αναφερόμενος στις τηλεοπτικές κόντρες και τα «τηλε-καρφώματα». Το ίδιο ακριβώς έχω αναρωτηθεί κι εγώ πολλές φορές μέσα στη φετινή χρονιά. Και την περσινή. Και την προπέρσινη. Με αυτή την αφορμή, λοιπόν, ξεκίνησα να γράφω το παρακάτω κείμενο...

 

Μου αρέσει η τηλεόραση. Αυτή που δεν έχει μόνο τέσσερα ιδιωτικά κανάλια εθνικής εμβέλειας, που δεν λογοκρίνεται και που λέει αλήθειες. Μου αρέσουν οι άνθρωποί της, αυτοί που ξέρουν ότι η τηλεόραση είναι απλώς η δουλειά τους και όχι η ζωή τους ολόκληρη. Ναι, δυστυχώς, αν πέσεις στην παγίδα να θεωρήσεις πως η τηλεόραση είναι τα πάντα, αναπόφευκτα θεωρείς πως κι εσύ είσαι τα πάντα - αφού κάνεις τηλεόραση. Και τότε βγαίνουν ο εγωισμός, η υπεροψία και το σύνδρομο είμαι-το-κέντρο-του-κόσμου, που όλοι λίγο πολύ κρύβουμε μέσα μας.

Προς αποφυγή παρεξηγήσεων: οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα και καταστάσεις είναι εντελώς συμπτωματική!

Ασχολούμαστε ο ένας με τον άλλο και μετά μιλάμε για τον εαυτό μας, κλεισμένοι στον μικρόκοσμό μας. Τελευταία, επειδή είμαστε και αυθόρμητοι και αληθινοί, εκσφενδονίζουμε και μερικές κακιούλες, γιατί είναι και αυτή η άτιμη η AGB που μας παρακολουθεί καθημερινά.

Ξέρω, οι οικονομικοπολιτικές καταστάσεις στην Ελλάδα έφεραν λίγες δουλειές (και λιγότερα κανάλια), οι λίγες δουλειές μεγάλωσαν τον ανταγωνισμό/την ανεργία (φαντάσου τι θα κάνουν τα λιγότερα κανάλια), ο μεγαλύτερος ανταγωνισμός έφερε μιζέρια/κατινιά/ανθρωποφαγία. Spooky και υπερβολικός όρος, κι όμως μερικές φορές είναι ο πλέον αντιπροσωπευτικός. Γιατί υπάρχουν στιγμές που θέλουμε να βγάλουμε όχι μόνο το μάτι του άλλου, αλλά το όνομα, το επίθετο και το παρατσούκλι μη σου πω!

Και όλα αυτά γιατί «πρέπει να δείχνεις την προσωπικότητά σου». Πώς τη δείχνεις όμως; Κράζοντας; Λέγοντας κακίες για κάποιον με τον οποίο έχεις συνεργαστεί ή ενδεχομένως να συνεργαστείς στο μέλλον; Εκφράζοντας τη φυσικά αρνητική (η θετική δεν πουλάει) άποψή σου; Δηλαδή η Ρούλα Κορομηλά ή η Ελένη Μενεγάκη, που είχαν ως μότο το «δεν σχολιάζω ποτέ συναδέλφους μου», δεν είχαν δυναμική προσωπικότητα; Όσοι δεν υιοθετούμε την τάση των ημερών «μισό λεπτό να ξεκατινιαστώ» δεν έχουμε προσωπικότητα;

Αυτό είναι κάτι που με ρωτούν τα τελευταία εννέα χρόνια, που κάνω αυτή τη δουλειά. «Γιατί δεν βρίζεις αυτόν που σου την είπε; Γιατί δεν λες κάτι κακό για κάποιον; Γιατί δεν δημιουργείς ίντριγκες;». Και συμπεραίνω τελικά πως το να μην δημιουργείς κάποια ίντριγκα, είναι ίντριγκα από μόνο του. Το σίγουρο είναι πως «σταρ» δεν γίνεσαι με κακίες. Η Ρούλα και η Ελένη ήταν και είναι πηγή αισιοδοξίας. Κι αυτό είναι χάρισμα. Το φως τους χαρίζει φως στον κόσμο. Δεν σχολιάζουν τους άλλους ή έστω όταν το κάνουν δημοσίως μένουν στα καλά τους, δεν ψάχνουν με μανία να βρουν και να προβάλλουν τα λάθη των άλλων. Ψυχαγωγούν. Μοιράζουν χαμόγελα στον κόσμο. Και ο κόσμος τις ανταμείβει με τη διαχρονική αγάπη του. «Σταρ» δεν με νοιάζει να γίνω, όμως ναι, την αγάπη του κόσμου τη θέλω. Και θα τη θέλω πάντα. Ακόμη κι όταν σβήσουν τα φώτα. Γιατί η αγάπη είναι πάνω από όλα.

Οπότε, μην μου ζητάτε να απαντήσω σε κάποιον του οποίου η ψυχή ευφραίνεται κάθε φορά που κράζει. Το κρυφό χαμογελάκι του μετά την κακία δεν θα το τροφοδοτήσω κι άλλο εγώ. Και ας πάω κόντρα στην «εμπορική» στρατηγική που θέλει την καλή κουβέντα να μην πουλάει, και την κακή να ξεπουλάει. Το να είσαι ευγενικός είναι βαρετό, το να είσαι εριστικός είναι της... μοδός.

Συγγνώμη, δεν θα πάρω.

Δ. Ν.